Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Χρόνια πολλά




Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013


ΕΝΑ ΔΕΝΤΡΟ ΜΙΑ ΦΟΡΑ  ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΤΡΙΒΙΖΑ

Μια συγκινητική ιστορία για το αληθινό νόημα των Χριστουγέννων. Μια τρυφερή χριστουγεννιάτικη ιστορία που διαδραματίζεται σε έναν απόμερο δρόμο μια πολύβουης πολιτείας και συγκινεί μικρούς και μεγάλους.

Ένα χριστουγεννιάτικο βράδυ, στο ζοφερό πεζοδρόµιο µιας πόλης, συναντιούνται ένα παραµεληµένο δέντρο και ένα φτωχό αγόρι. Το δέντρο βλέπει από τα παράθυρα των σπιτιών τα καταστόλιστα δέντρα και ζηλεύει. Ζητά από το αγόρι να το στολίσει. Εκείνο, όµως, ούτε στολίδια έχει, ούτε χρήµατα. Πώς είναι δυνατόν να στολίσει ένα µίζερο δέντρο στη µέση ενός παγωµένου πεζοδροµίου; Κι όµως... εκείνη η νύχτα είναι µια νύχτα ονείρων, µια νύχτα µαγική... 

Σ' αυτό το δρόμο κάποτε
απ' όλους ξεχασμένο
δύσμοιρο δέντρο ρίζωνε
σκυφτό και σκονισμένο
δύσμοιρο δέντρο ρίζωνε
κυρτό και σκονισμένο

Δεν είχαν τιτιβίσει
στα φύλλα του πουλιά
δεν είχε ανασάνει
του δάσους η δροσιά
δεν είχε ανασάνει
του δάσους η δροσιά


Σ' αυτό τον τόπο κάποτε
σ' ερημωμένο σπίτι
έμενα ένα μικρό παιδί
ένα παιδί σπουργίτι

Πετάει εδώ πετάει εκεί
απ' το πρωί ως το βράδυ
δεν έχει νιώσει θαλπωρή
δεν το 'χει αγγίξει χάδι


Κι ένα θλιμμένο δείλι
γίναν οι δυο τους φίλοι
σύντροφοι έγιναν και φίλοι
του χειμώνα κάποιο δείλι
σύντροφοι έγιναν και φίλοι
του χειμώνα κάποιο δείλι


Κι ένα θλιμμένο δείλι
γίναν οι δυο τους φίλοι
σύντροφοι έγιναν και φίλοι
του χειμώνα κάποιο δείλι
σύντροφοι έγιναν και φίλοι
του χειμώνα κάποιο δείλι

(στίχοι:  ΝΙΚΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ)

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Γλώσσα

Η πόλη χάθηκε στο χιόνι (συνέχεια)

Ασχοληθήκαμε με όλες τις δραστηριότητες του βιβλίου και είδαμε τους παρελθοντικούς χρόνους των ρημάτων (Αόριστο και Παρατατικό)

Για ορθογραφία έχουμε τις λέξεις:



 Από το τετράδιο εργασιών  την άσκηση 3 στη σελίδα 60
 
Ο αόριστος και ο παρατατικός 
  

 Τι να προσέξω στην ορθογραφία!!!
Τα ρήματα που τελειώνουν σε –ώνω σχηματίζουν τον αόριστο σε – ώσα.
π.χ. μεγαλώνω – μεγάλωσα
Τα ρήματα που τελειώνουν σε –ίζω σχηματίζουν αόριστο με ι.
π.χ. ποτίζω – πότισα
Ε ξ α ι ρ ο ύ ν τ α ι τα: αθροίζω – άθροισα, δανείζω – δάνεισα, δακρύζω –
δάκρυσα κλπ.


Σύνδεσμοι 




Μελέτη περιβάλλοντος 

ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΣΙ

Μια φορά κι έναν καιρό, ο θεός Διόνυσος φιλοξενήθηκε από το βασιλιά της Αιτωλίας, Οινέα. Ευχαριστήθηκε πολύ από τη φιλοξενία του και για ανταπόδοση θέλησε να του κάνει ένα δώρο.

Πήρε ένα μικρό και τρυφερό κλίμα αμπελιού και τύλιξε τις ρίζες του με λάσπη για να μην ξεραθεί. Αφού βρήκε ένα μικρό κούφιο κόκαλο αηδονιού το έβαλε μέσα και ξεκίνησε .
Ο δρόμος όμως ήταν μακρινός και το αμπέλι ολοένα μεγάλωνε . Ο Διόνυσος τότε βρήκε ένα μεγαλύτερο κόκαλο λιονταριού και το έβαλε μέσα. Περπάτησε πάλι πολύ και είδε πως το αμπέλι μεγάλωσε πάλι τόσο, που πετάχτηκε έξω από τη θήκη του.Έψαξε λοιπόν και βρήκε ένα κόκαλο γουρουνιού και έβαλε το αμπέλι μέσα.
Ώσπου έφτασε κάποτε στην Αιτωλία. Ο Οινέας πήρε με χαρά το δώρο του και το φύτεψε. Αυτό μεγάλωσε και κάρπησε και έδωσε καρπούς ωραία και ζουμερά σταφύλια. Ο Οινέας έφαγε μερικά και άλλα τα έστιψε και τα έκανε μούστο. Είδε με περιέργεια ότι ο μούστος ζυμώθηκε και έγινε κρασί.
Το κρασί όμως πήρε και τις χάρες και τα ανάποδα από τα ζώα που με τα κόκαλά τους το μεγάλωσαν. Έτσι όποιος πιει λίγο κρασί , νιώθει σαν πουλί και κελαηδεί.
Όποιος όμως πιει περισσότερο , θεριεύει και γίνεται σα λιοντάρι και ζητά καυγάδες. Κι αν πιει ακόμα πιο πολύ , γίνεται σαν το τετράποδο που μες το κόκαλό του ο Διόνυσος το έβαλε τελευταίο…
ΠΗΓΗ:http://antikleidi.com/


ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΓΙΑ  ΤΟ ΑΜΠΕΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΣΙ


Αγάλι αγάλια, φύτευε ο γεωργός τ’ αμπέλι
κι αγάλι αγάλια έγινε η αγουρίδα μέλι.

Αμπέλι για την αφεντιά σου κι ελιά για τα παιδιά σου.

Αμπέλι όσο θωρείς, σπίτι όσο χωρείς.

Ας πάει και το παλιάμπελο.

Αυλάκωσε τα αμπέλια σου  να φας γλυκιά σταφίδα.

Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπέλια σου.

Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπελοχώραφά σου!

Ζήσε, μαύρε μου, να φας το Μάη τρι­φύλλι και τον Αύγουστο σταφύλι.

Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι και τον Αύγουστο σταφύλι.

Θέρος, τρύγος, πόλεμος δεν περιμέ­νουν.

Ιδροκοπάει ο γεωργός ολημερίς στ’ αμπέλι,
ώσπου στο τέλος γίνεται η αγουρίδα μέλι.

Σιμά στ’ αμπέλια φύτευε και σε χωριό κατοίκα.

Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό και το καράβι ναύτες.

Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη
και το καράβι στο γιαλό θέλει καραβοκύρη.

Τα δικά σου αμπέλια φράζε και τα ξένα μη γυρεύεις.

Το  Σεπτέμβρη  τα σταφύλια,  τον Οκτώβρη τα κουδούνια.

Το τζιτζίκι λάλησε, άσπρη ρώγα γυάλισε.

Τον τρυγητή, του αμπελουργού, πάνε χαλάλι οι κόποι.

Φρου φρου και τ’ αμπέλι ξέφραγο.

Μάζευε κι ας είν' και ρώγες.

Μήνα που δεν έχει ρο, ρίξε στο κρασί νερό.

Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα τότε
τ' αμπελοχώραφα χαίρονται τα καημένα.

Ο Αύγουστος και ο τρύγος δεν είναι κάθε μέρα.

Πήγε σαν το σκυλί στ' αμπέλι.

Αύγουστος άβρεχτος, μούστος άμετρος.

Περσινά ξινά σταφύλια.

Ένας γνωστός πίνακας ζωγραφικής του ζωγράφου Bartolome Esteban Murillo με τίτλο:  Αγόρια ζητιάνοι τρώνε σταφύλια και πεπόνι.